Τρία χρόνια μετά το Τσουνάμι. Η ανθρωπιστική βοήθεια, ο μεγάλος ασθενής.

Άρθρο του Θεόφιλου Ρόζενμπεργκ που δημοσιεύτηκε στην "Ελευθεροτυπία" της 28ης Δεκεμβρίου 2007 (εμπλουτισμένο).
Το γνωστό Ιατρικό περιοδικό Lancet, στο κύριο άρθρο του εκδότη του στο τελευταίο τεύχος (8 Δεκεμβρίου 2007) αναφέρεται στις επιδόσεις των αναπτυγμένων χωρών στην παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας στις χώρες του τρίτου κόσμου. Σύμφωνα με το έγκυρο περιοδικό, ανάμεσα στις 23 δωρήτριες χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας που έχουν υπογράψει το 2003 στην Στοκχόλμη το Πρωτόκολλο Αρχών και Ορθής Πρακτικής στην Ανθρωπιστική Βοήθεια(Principles and Good Practice of Humanitarian Donorship (GHD)), η χώρα μας κατατάσσεται τελευταία στον κατάλογο!
Τις μέρες αυτές συμπληρώνονται τρία χρόνια από το καταστρεπτικό τσουνάμι που έπληξε τις χώρες της ΝΑ Ασίας και η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα αλλά και πολλοί Διεθνείς Οργανισμοί εξέφρασαν τις αμφιβολίες τους για την πρόοδο υλοποίησης των έργων αποκατάστασης των πληγέντων σε σχέση με τα πρωτοφανή ποσά που διατέθηκαν για αναπτυξιακή βοήθεια στις χώρες αυτές.
Σε μια πρόσφατη εκδήλωση στο Λονδίνο, ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, ανακοίνωσε την θέσπιση ενός «Δείκτη Ανθρωπιστικής Ανταπόκρισης» (Humanitarian Response Index) με βάση τον οποίο οι δωρήτριες χώρες βαθμολογούνται τόσο για την ανθρωπιστική τους ευαισθησία και την ανταπόκρισή τους στο καθήκον της ενίσχυσης των φτωχών κρατών του Τρίτου Κόσμου όσο και για τη ανταπόκρισή τους στη σωστή διαχείριση αυτής της βοήθειας.
Ο «Δείκτης Ανθρωπιστικής Ανταπόκρισης» δημιουργήθηκε από μία ανεξάρτητη Μη Κυβερνητική Οργάνωση, την Development Assistance Research (DARA), με σκοπό την αξιολόγηση της ποιότητας της Ανθρωπιστικής και Αναπτυξιακής βοήθειας που προσφέρουν τα αναπτυγμένα κράτη στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ο «Δείκτης Ανθρωπιστικής Ανταπόκρισης» δεν αξιολογεί μόνο το ύψος των ποσών της Ανθρωπιστικής Βοήθειας που δίνουν σαν ποσοστό επί του ΑΕΠ τους τα κράτη του ΟΟΣΑ, αλλά χρησιμοποιεί 57 συνολικά παραμέτρους, όπως οι κώδικες ηθικής και δεοντολογίας, η ανταπόκριση στις πραγματικές ανάγκες, η συνεργασία με τις ΜΚΟ, η εφαρμογή διεθνών προτύπων και αρχών, η διαφανής και με απόδοση λογαριασμού χρήση της βοήθειας, κ.α. Με βάση την αξιολόγηση αυτή, η Σουηδία έρχεται πρώτη στον κατάλογο των δωρητριών χωρών και ακολουθούν οι άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της έρχεται Πέμπτη, και, δυστυχώς, η Ελλάδα είναι τελευταία, μετά την Ιταλία και Πορτογαλία.
Η χώρα μας έχει σχετικά πρόσφατα ενταχθεί στις λεγόμενες δωρήτριες χώρες και δεν έχει ασφαλώς την παράδοση των άλλων μεγάλων χωρών στην υλοποίηση προγραμμάτων ανθρωπιστικής βοήθειας. Θα της άξιζε όμως μία καλύτερη θέση στον κατάλογο των δωρητριών χωρών. Απαλλαγμένη από αποικιοκρατικό παρελθόν και χωρίς ειδικές πολιτικοοικονομικές βλέψεις, η Ελλάδα θα μπορούσε ασφαλώς να διαδραματίσει έναν πιο ουσιαστικό ρόλο αυξάνοντας το ποσοστό του ΑΕΠ που διαθέτει για βοήθεια στις τρίτες χώρες αλλά και υιοθετώντας μία πιο ορθολογιστική κατανομή των πόρων της βοήθειας.
Σήμερα, τα περισσότερα Ελληνικά προγράμματα αναπτυξιακής συνεργασίας υλοποιούνται σε χώρες με θρησκευτικούς η εθνοτικούς δεσμούς (Βαλκάνια, Καύκασος), ενώ η βοήθεια που προορίζεται για τις πραγματικά φτωχές χώρες με τις λεγόμενες «ξεχασμένες» κρίσεις είναι αισθητά μικρότερη.
Ένας άλλος παράγοντας υστέρησης είναι η σύνδεση της βοήθειας με στρατιωτικο-πολιτικές προτεραιότητες: Από τη Σομαλία μέχρι το Κόσοβο και από το Λίβανο μέχρι το Αφγανιστάν, η αναπτυξιακή βοήθεια ακολουθεί τις αποστολές των στρατιωτικών αγημάτων και συχνά υλοποιείται υπό την αιγίδα και την προστασία τους. Με την έννοια αυτή, η βασική αρχή της ουδετερότητας στην ανθρωπιστική δράση παραβιάζεται, ενώ δημιουργούνται κίνδυνοι για τα μέλη των αποστολών που συχνά στοχοποιούνται σαν εξαρτήματα των στρατιωτικών μηχανισμών.
Αλλά και οι φορείς υλοποίησης των προγραμμάτων παρουσιάζουν σημαντική ανομοιογένεια: Οι Μη Κυβερνητικοί Οργανισμοί στη χώρα μας, εμφανίζουν μεγάλο βαθμό εξάρτησης από τις Υπηρεσίες του Υπουργείου των Εξωτερικών και τις δυνάμεις του Στρατού και της Πολιτικής Προστασίας και επηρεάζονται άμεσα από τις εκάστοτε πολιτικές επιλογές τους. Πρόσφατα, στη διάρκεια συζήτησης μιας επίκαιρης ερώτησης στη Βουλή, ομολογήθηκε από επίσημα χείλη η προνομιακή στήριξη της μιας η της άλλης ΜΚΟ όχι πάντα με κριτήριο την επιχειρησιακή της ικανότητα αλλά με βάση τις πιέσεις που ασκούν πολιτικά, οικονομικά ή θρησκευτικά κέντρα.
Οι δεσμοί πολλών προβεβλημένων στελεχών Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων με την πολιτική εξουσία και η μεταπήδησή τους σε πολιτικές θέσεις αποτελεί επίσης μία πραγματικότητα που επηρεάζει την ποιότητα της αναπτυξιακής πολιτικής της χώρας μας. Ανάλογη είναι και η εκμετάλλευση των αισθημάτων αλληλεγγύης της διάθεσης για εθελοντική δράση ή των οικολογικών ευαισθησιών των πολιτών για προβολή ισχυρών οικονομικών παραγόντων που συχνά έχουν στενούς δεσμούς με πολιτικά κέντρα αλλά και με δημοσιογραφικά συγκροτήματα. Εκδηλώσεις λαμπρής προβολής με πανάκριβα «γκαλά», συχνά υπό την αιγίδα πολιτειακών παραγόντων ή Διεθνών Οργανισμών κύρους προβάλλονται παντοιοτρόπως από τα ΜΜΕ, ενώ κανείς δεν ενδιαφέρεται για την τύχη των χρημάτων που συλλέγονται σε τέτοιου είδους κοσμικές συγκεντρώσεις. Η διαφάνεια και η εντιμότητα είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι στην εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών. Τα χρήματα που διαθέτει η χώρα μας προέρχονται από τον φορολογούμενο πολίτη, τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρώπης, αλλά και από τις δωρεές και χορηγίες ιδιωτών, απλών πολιτών και μεγάλων ιδιωτικών οργανισμών. Γι’ αυτό δεν επιτρέπεται καμία ανοχή στο παραμικρό κρούσμα κακοδιαχείρισης η αδιαφάνειας στην χρησιμοποίηση των πόρων αυτών. Τα τελευταία κρούσματα κακοδιαχείρισης που έφτασαν ακόμη και μέχρι το πρόγραμμα «Πετρέλαιο για Τρόφιμα» του ΟΗΕ, καταδεικνύουν την ανάγκη διαρκούς επαγρύπνησης και αυστηρού ελέγχου από τους διεθνείς δωρητές. Η ανθρωπιστική βοήθεια πάει χέρι–χέρι με την πολιτική της ασφάλειας, τον σεβασμό και την υπεράσπιση των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων. Το πρόσφατο δείγμα της εκμετάλλευσης της φτώχειας για αναγκαστική μετανάστευση παιδιών από το Τσάντ στη Δυτική Ευρώπη από τη Μη Κυβερνητική Οργάνωση «Κιβωτός της ζωής», η συνέχιση λειτουργίας μυστικών φυλακών για ύποπτους δήθεν τρομοκράτες, και η έλλειψη προστασίας των κρατουμένων του Γκουαντάναμο αποτελούν μερικά μόνο παραδείγματα του ελλείμματος στον τομέα αυτό. Αλλά και στην Ελλάδα, η μεταχείριση των οικονομικών μεταναστών, οι συνθήκες διαβίωσης των Ρομά, η ανοχή στα κυκλώματα παράνομης διακίνησης γυναικών και παιδιών, η περίθαλψη των χρηστών και η στήριξη των νέων κρατουμένων συνδέονται με σοβαρά κρούσματα παραβίασης ανθρώπινων δικαιωμάτων και η ανάταξή τους αποτελεί ζητούμενο και προτεραιότητα της πολιτικής εξουσίας και των Μη Κυβερνητικών Οργανισμών. Τέλος, ένας καθοριστικός παράγοντας της υστέρησης της χώρας μας στον τομέα αυτό είναι η έλλειψη ικανών και καταρτισμένων στελεχών που θα υλοποιήσουν και θα παρακολουθήσουν τα προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας. Από την άποψη αυτή, απαιτείται μία γενναία στροφή στην στήριξη της εκπαίδευσης όλων των παραγόντων της ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας στις αρχές της καλής διακυβέρνησης και της ορθολογικής αντιμετώπισης των κρίσεων. Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών εγκαινιάσαμε από φέτος ένα φιλόδοξο πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών για την κατάρτιση ιατρών και άλλων επιστημόνων στη διαχείριση τέτοιων κρίσεων. Ο ελληνικός λαός που με θαυμαστή ευαισθησία εκδήλωσε την έμπρακτη συμπαράστασή του στον λαό του Ιράκ που δέχτηκε την άδικη επίθεση των ισχυρών και την πρωτοφανή αλληλεγγύη του στους λαούς της Ν.Α Ασίας που χτυπήθηκαν από το φονικό τσουνάμι πριν τρία χρόνια, δικαιούται πιστεύουμε, μιας καλύτερης διαχείρισης της προσφοράς του αυτής που θα κατατάσσει τη χώρα μας στην θέση που της αξίζει, μια θέση αντάξια των παραδόσεων και των αληθινών ανθρωπιστικών αισθημάτων του λαού μας.